ὠτίς

ὠτίς
ὠτίς
bustard
fem nom sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • ωτίς — ίδος, η, / ὠτίς, ΝΜΑ βλ. ωτίδα …   Dictionary of Greek

  • ὠτίδα — ὠτίς bustard fem acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὠτίδας — ὠτίς bustard fem acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὠτίδες — ὠτίς bustard fem nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὠτίδι — ὠτίς bustard fem dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὠτίδος — ὠτίς bustard fem gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὠτίδων — ὠτίς bustard fem gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὠτίσιν — ὠτίς bustard fem dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • λασιώτις — λασιῶτις, ιδος, ἡ (Α) (για περιοχή) κατάφυτη. [ΕΤΥΜΟΛ. < λάσιος «δασύτριχος» + κατάλ. ῶτις (πρβλ. δενδρ ώτις, ηπειρ ώτις)] …   Dictionary of Greek

  • φλοιώτις — ώτιδος, ἡ, Α αυτή που αποτελείται ή καλύπτεται από φλοιό. [ΕΤΥΜΟΛ. < φλοιός + κατάλ. ῶτις, θηλ. τής κατάλ. ώτης (πρβλ. πατρι ῶτις, στρατι ῶτις)] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”